Στο σκάνδαλο με τα ακίνητα του ΤΑΙΠΕΔ το κτίριο της ΔΟΥ Ξάνθης | Μέσα και η Αλεξανδρούπολη
Η έρευνα ξεκίνησε με εντολή της εισαγγελέως διαφθοράς Ελένης Ράικου, με αφορμή τη μηνυτήρια αναφορά που υπέβαλαν δικηγόροι του Πειραιά.
Ποινικές διώξεις για κακουργήματα ασκήθηκε από την εισαγγελία Διαφθοράς σε βάρος τριών μελών του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ και όλων των μελών του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων του Tαμείου, για την σκανδαλώδη πώληση και επαναμίσθωση 28 ακινήτων του δημοσίου, την περίοδο διακυβέρνησης «μνημονιακών» κυβερνήσεων.
Ανάμεσα σε αυτά τα ακίνητα συμπεριλαμβάνεται και το κτίριο που στεγάζονται οι υπηρεσίες της ΔΟΥ Ξάνθης και το ΧΗΜΕΙΟ, καθώς και το κτίριο που στεγάζεται η ΔΟΥ Αλεξανδρούπολης.
Η «αξιοποίηση» των 28 ακινήτων χαρακτηρίζεται από τη Δικαιοσύνη ως επιζήμια για το ελληνικό Δημόσιο, καθώς εκτιμάται πως η ζημία που απειλήθηκε ξεπερνά τα 580 εκ. ευρώ. Ανάλογη έρευνα, για τις ίδιες καταγγελίες, διενεργείται και για το Golden Hall η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα και κατατείνει προς την ίδια κατεύθυνση.
Τι αναφέρεται στο πόρισμα
Το ιστορικό της υπόθεσης, σύμφωνα με το εισαγγελικό πορισμα έχει ως εξής: Με βάση το 2ο μνημόνιο ιδρύθηκε το ΤΑΙΠΕΔ και μεταβιβάστηκαν σε αυτό 28 ακίνητα τα οποία χαρτογραφήθηκαν σε δυο χαρτοφυλάκια. Η συναλλαγή ολοκληρώθηκε το Μάιο του 2014 με ομόφωνη εισήγηση του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων και απόφαση του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ. Καταρτίστηκαν δυο συμβάσεις πώλησης και 28 συμβάσεις επαναμισθωσης για 20 χρόνια για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου με αντισυμβαλλόμενο μέλη το ελληνικό δημόσιο και δυο αναδόχους. Το συνολικό τίμημα ανήλθε σε 261 εκατ. Ευρώ ενω το δημόσιο ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλλει ετησίως μισθώματα που για το πρώτο έτος ανέρχονταν σε 25,5 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα που αριθμεί 200 σελίδες, τα μέλη του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων παρ’ ό,τι μπορούσαν λόγω των γνώσεων και των ικανοτήτων τους να εισηγηθούν τροποποίηση των όρων της συναλλαγής ώστε η αξιοποίηση της περιουσίας να ειναι συμφέρουσα για το δημόσιο, εντούτοις ομόφωνα γνωμοδότησαν προς το ΔΣ ότι η διαδικασία που τηρήθηκε ήταν επωφελής ενω αποδείχτηκε ασύμφορη και απειλούσε ζημιά του ελληνικού δημοσίου ανερχόμενη σε τουλάχιστον 580 εκατ. ευρώ.