ΑΠΟΨΕΙΣ

Κωνσταντίνος Γκαρέλας | Με ξένα κόλλυβα

Ο χρόνος περνάει, πρόοδος στις «διαπραγματεύσεις» δεν υπάρχει. Η κυβέρνηση επιμένει στις εμμονές της και όποιες προσαρμογές παρατηρούμε στην συμπεριφορά της είναι από την ανάγκη να φανεί ότι κάτι κάνει για να μη σταματήσουν οι συζητήσεις με τους εταίρους της Ευρώπης. Τώρα που τα δύσκολα φαίνονται αναπόφευκτα μέχρι και την ιδέα του δημοψηφίσματος συνέλαβαν για ακόμα μια φορά κάποιοι για να απεκδυθούν τις ευθύνες τους. Δυστυχώς στην Ελλάδα έχουμε περίεργες απόψεις για τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια. Θεωρούμε ότι οι άλλοι πρέπει να μας χρηματοδοτούν για να κάνουμε ότι θέλουμε και χωρίς να δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν. Το ότι αυτό είναι παράλογο δε μας απασχολεί. Αναδείξαμε, και η παρούσα και η προηγούμενη κυβέρνηση, ως απόλυτη «κόκκινη γραμμή» μας τη μη-μείωση μισθών και συντάξεων. Αλλά δε μας νοιάζει αν υπάρχουν χρήματα για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις. Εμείς θέλουμε. Αν μπορούμε, αν δεν έχουμε, δε μας απασχολεί. Συνάμα με αυτά και με αυτά, η υπογεννητικότητα και η μετανάστευση των Ελλήνων στο εξωτερικό παίρνει εφιαλτικές διαστάσεις. Σύμφωνα με μελέτες της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, το όχι πολύ μακρινό 2060 ο πληθυσμός της Ελλάδας όχι μόνο θα έχει μειωθεί στα 8,5 εκατομμύρια, από 11,045 σήμερα, αλλά και ο ενεργός της πληθυσμός θα αποτελείται κατά ποσοστό 60% από άτομα ηλικίας πάνω από 65 χρονών! Σήμερα αυτή η κατηγορία πολιτών είναι ήδη το 30% του «ενεργού» πληθυσμό, δηλαδή ήδη πάρα πολλοί. Την ίδια περίοδο η «φίλη και γείτονας» χώρα Τουρκία θα έχει πληθυσμό πάνω από 100 εκατομμύρια ψυχές. Υπενθυμίζω, στις αρχές του περασμένου 20ου αιώνα τα αντίστοιχα νούμερα ήταν για την Ελλάδα συμπτωματικά πάλι 8,5 εκατομμύρια και για την Τουρκία 15. Είχαμε τότε δηλαδή αναλογία κατοίκων ένας προς 1,8 υπέρ της Τουρκίας, ενώ σήμερα είμαστε ένας Έλληνας για κάθε 6,8 Τούρκους και το 2060 θα είμαστε ένας δικός μας για κάθε 11,7 Τούρκους. Και επαναλαμβάνω, εμείς θα είμαστε κατά 60% πάνω από 65 χρονών ενώ οι Τούρκοι θα διαθέτουν έναν και τότε νεανικό και έτσι δυναμικό πληθυσμό. Όλα αυτά όμως δε φαίνεται καθόλου μα καθόλου να απασχολούν την παρούσα αλλά ούτε και τις προηγούμενες ή τις επόμενες κυβερνήσεις. Δεν υπάρχει πατριωτισμός ούτε διάθεση να αντιμετωπίσουμε αληθινά και θανάσιμα προβλήματα, μόνο διάθεση υπάρχει να δώσουμε, υποτίθεται, «λεφτά στο λαό». Και ρωτάω: με τις συνθήκες τις τώρα, αλλά και τις τότε, ΠΟΥ θα βρεθούν λεφτά για να πληρώνονται μισθοί και συντάξεις; Νομίζουμε στα αλήθεια, ότι τα λεφτά των «πλουσίων», που κατά την αριστερή αντίληψη θα πάρουμε με διάφορους τρόπους από αυτούς για να τα «αναδιανείμουμε» στους φτωχούς και τους προνομιούχους, θα φτάσουν για να μοιράζουμε τόσα πολλά χρόνια;
      Φυσικά και όχι, αλλά ποιος νοιάζεται… Η θεωρία να είναι καλά, και αν η πραγματικότητα είναι ενάντια στη θεωρία, τόσο χειρότερα για την πραγματικότητα! Κατέθεσε λοιπόν ο υπουργός οικονομικών κ. Βαρουφάκης ένα κατάλογο 7 μεταρρυθμίσεων στην Ευρωομάδα (στο «γιούρογκρουπ») οι οποίες μόνο μεταρρυθμίσεις δεν ήταν μέσα στην ασάφεια και την απροσδιοριστία τους. Φυσικά δεν έγιναν αποδεκτές ώστε να «ξεκλειδωθεί» η τόσο ζωτική και αναγκαία χρηματοδότηση της χώρας μας. Αλλά και αποδεκτές να είχαν γίνει, η κυβέρνησή μας για λόγους υποτίθεται αρχής ΔΕ δέχεται επιτήρηση των συμφωνηθέντων. Δε θέλει δηλαδή έλεγχο «που πάει και τι κάνει και τι ώρα γύρισε εχθές», που λέει και το άσμα. Εδώ όμως δε μιλάμε για τις διαπροσωπικές σχέσεις ενός ζευγαριού αλλά για τη χρηματοδότηση με δισεκατομμύρια ευρώ μιας χώρας, της δικής μας, που την έχει απόλυτη ανάγκη αυτή τη χρηματοδότηση. Ας το δούμε και αλλιώς, από την ανάποδη: αν ερχόταν ένα κράτος της ευρωζώνης και μας έλεγε, «Ελλάδα, συγχρηματοδότησέ με για να δίνω παχυλές συντάξεις και μισθούς από τα χρήματα τα δικά σας, όχι από τα δικά μου που δεν έχω, αλλά δε θέλω καμιά υποχρέωση απέναντί σας ούτε κανένα έλεγχο», αυτό πως θα μας φαινόταν; Γιατί και από πού και ως που θέλουμε οι άλλοι να δεχτούν κάτι που είναι παράλογο και εμείς σε καμιά περίπτωση δε θα δεχόμασταν για κανένα; Γιατί συμπεριφερόμαστε ως χώρα και ως πολίτες(;) σαν αυτιστικά άτομα που δεν καταλαβαίνουμε άλλο από τον εαυτό μας και τα δικά μας συμφέροντα; Τι εγωκεντρισμός, τι παράνοια είναι αυτό;
      Μέχρι τώρα συχνά ακούγαμε για την πιθανότητα εξόδου της χώρας μας από το ευρώ, ή για τον γκρεμό που μόλις την τελευταία στιγμή πάντα αποφεύγαμε. Και πραγματικά έτσι έχει συμβεί. Μόνο που εθιστήκαμε σε αυτή την προειδοποίηση, και πια είτε δεν τη φοβόμαστε είτε δεν την παίρνουμε στα σοβαρά, όπως κάποτε οι κάτοικοι του χωριού της παροιμίας συνήθισαν να ακούνε συνέχεια για το λύκο που επιτίθεται στα πρόβατα και όταν ο λύκος ήρθε πραγματικά αυτοί δεν αντέδρασαν και αδιαφόρησαν μην πιστεύονταν πια ότι ο κίνδυνος είναι αληθινός και άμεσος. Το ίδιο κινδυνεύουμε να πάθουμε και εμείς. «Δραχμή, δραχμή!» και «έξοδος από το ευρώ!» προειδοποιούν πολλοί, αλλά εμείς πλέον φτάσαμε να αδιαφορούμε και να μην πιστεύουμε στην ύπαρξη αυτού του κινδύνου. Πολλοί μάλιστα επιθυμούν την έξοδό μας από το Ευρώ και την επιστροφή μας στο εθνικό νόμισμα, γιατί τότε νομίζουν ότι θα ανοίξουν οι κρουνοί και οι κάνουλες της χρηματοδότησης. Δεν καταλαβαίνουν ότι η επιστροφή στη δραχμή θα σημάνει μεγάλη φτώχια, πληθωρισμό, κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων και επιστροφή στο βιοτικό επίπεδο του 1950. Και μπορεί τότε να ζούσαμε με πολύ λιγότερα, αλλά ήμασταν μαθημένοι στα λίγα. Τότε υπήρχε ένα επιβατικό αυτοκίνητο ανά 10,000 κατοίκους, όχι δύο και τρία ανά οικογένεια όπως τώρα. Τότε οι οικογενειακές διακοπές ήταν η επίσκεψη και η διανυκτέρευση «στρωματσάδα» στο ύπαιθρο σε κάποιο πανηγύρι κάποιου κοντινού σχετικά μοναστηριού ή εκκλησίας, όχι τα εβδομαδιαία ή και μακρύτερης διάρκειας ταξίδια στο εξωτερικό, σε κοντινές ή και σε εξωτικές χώρες. Όλα αυτά τα οποία χάσαμε οι περισσότεροι σε μεγάλο βαθμό, δεν εννοούμε ότι ήταν επίπεδο διαβίωσης που δεν το κατακτήσαμε και δε μας ανήκε, αλλά ήταν αποτέλεσμα κυρίως της διάχυσης, με άδικο και άνισο τρόπο βέβαια, κρατικού δανεικού χρήματος και ευρωπαϊκών επιδοτήσεων στην ελληνική κοινωνία. Όταν τα δανεικά τελείωσαν, γιατί φάνηκε ότι δε θα μπορούσαμε να τα αποπληρώσουμε, και οι επιδοτήσεις μειώθηκαν, τότε φάνηκε και η γύμνια και η ανεπάρκεια, μάλλον ανυπαρξία, του δικού μας «αναπτυξιακού» προτύπου. Θέλαμε πάντα να περνάμε καλά με ξένα χρήματα. Για κάποιο καιρό, όχι όμως για πολύ, πόσο μάλλον για πάντα, το καταφέραμε, υποθηκεύοντας το μέλλον μας.                                                                                        
      Αλλά αυτό δε λέει τίποτα και δεν πτοεί τους συνομωσιολόγους κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Για όλα φταίνε οι ξένοι και το… μνημόνιο, δηλαδή το παρακολούθημα της δανειακής συμφωνίας διάσωσης! Τα μνημόνια δυστυχώς δε σκίζονται ούτε καταργούνται, παρά μόνο δημιουργούνται οι συνθήκες εξόδου από αυτά. Εμείς θέλουμε τα βιολιά, αλλά δε θέλουμε το… Γιάνη (με ένα «ν»!) που θα παίζει τα βιολιά! Θέλουμε το τυρί, αλλά δε θέλουμε τα πρόβατα! Θέλουμε τα λεφτά, για να την περνάμε φίνα, αλλά δε θέλουμε ούτε δουλειά ούτε (δανειακές και άλλες) υποχρεώσεις. Το ότι είμαστε εκτός τόπου και χρόνου, δε μπορούμε να το καταλάβουμε. Αντίθετα, είμαστε «υπερήφανοι» που η κυβέρνησή μας ζητάει όλα αυτά τα παράλογα, που αν τα ζητούσε άλλος από εμάς δε θα μπορούσαμε να εγγυηθούμε για τη σωματική του ακεραιότητα. Αλλά εμείς είμαστε «το κάτι άλλο», εμείς «δικαιούμαστε». Για να μη φανεί τάχα ο παραλογισμός του αιτήματός μας, λέμε ότι δε θέλουμε τα χρήματα για εμάς, αλλά για το «καλό» του «μέσου» Γερμανού και Φιλλανδού και κάθε άλλου Ευρωπαίου. Θέλουμε να εκβιάσουμε, θέλουμε να ζούμε σε βάρος των άλλων, θέλουμε να τους αλλάξουμε τους κανόνες και τον… αδόξαστο!
Αυτό ήταν δυνατό για δεκαετίες στην Ελλάδα και έστι γινόταν για πολλές προνομιούχες ομάδες πίεσης και εκβιασμού. Όποιος είχε την… «ψηφοθηριώθη δύναμη» έτρωγε πολύ μεγαλύτερο μέρος από την «πίτα» (του εθνικού εισοδήματος) από αυτή που του αναλογούσε. Αυτοί όμως οι εκβιασμοί και οι παραλογισμοί ΔΕΝ είναι δυνατό να εισαχθούν στο «ευρωπαϊκό κεκτημένο», είναι «πατέντες» αποκλειστικά δικές μας. Να τις έχουμε εμείς και να τις χαιρόμαστε, αλλά να ζητάμε να «τρελάνουμε» και την υπόλοιπη Ευρώπη (αν υποθέσουμε πως ΚΑΙ εμείς είμαστε Ευρώπη!), να εισάγουμε σε αυτή τις δικές μας ευρεσιτεχνίες και «καινά δαιμόνια», αυτό είναι μάταιος και ανεδαφικός μεγαλοϊδεατισμός. Καλά μάθαμε μέχρι τώρα και μέσα στη χώρα μας με χίλιους δυο τρόπους να περνάμε καλά στο τζάμπα και κάνοντας «μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα». Η εποχή του «τζάμπα» όμως τελείωσε. Έμεινε μόνο αυτή του «τζάμπα μάγκα». Και τα κόλλυβα κινδυνεύουμε να μας τα κάνουν άλλοι για τον οικονομικό μας θάνατο, για την έξοδό μας δηλαδή από το Ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα είναι σπουδαίο «κατόρθωμα» αυτό αν το πετύχουμε. «Κατόρθωμα» για το οποίο θα μας καταριούνται και θα μας βρίζουν οι επόμενες γενιές των Ελλήνων. Αλλά είμαστε πια πολύ κοντά πια σε αυτό το «κατόρθωμα».
 

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης

Exit mobile version