ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Δύο ακόμη χρόνια υπομονή για νέα τραπεζικά δάνεια

Συγκρατημένη αισιοδοξία ότι το μεγαλύτερο μέρος της αξιολόγησης θα έχει ολοκληρωθεί ως το Πάσχα, ανοίγοντας τον δρόμο για τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, επικρατεί στις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών. Μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελέσει την απαρχή μιας σειράς θετικών ειδήσεων, η οποία θα βελτιώσει τις συνθήκες ρευστότητας, εξασφαλίζοντας χαμηλότερο κόστος δανεισμού και προετοιμάζοντας το έδαφος για τον τελικό στόχο επαναφοράς του εγχώριου κλάδου στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οι τραπεζίτες έχουν πληροφορίες ότι η κυβέρνηση βρίσκεται κοντά σε μια συμφωνία με τους δανειστές για τα περισσότερα εκκρεμή ζητήματα, με τις πρώτες υπογραφές να «πέφτουν» αρχές Μαΐου και τις τελικές ως τον Ιούνιο.
Σύμφωνα με γενικό διευθυντή συστημικού ομίλου, αν επαληθευτεί το σενάριο αυτό, οι τράπεζες θα αποκτήσουν ξανά τη δυνατότητα, ήδη από τα τέλη του β’ τριμήνου του έτους, να καταθέτουν στην ΕΚΤ εξασφαλίσεις που σήμερα μπορούν να αξιοποιηθούν μόνο για άντληση ρευστότητας από τον έκτακτο μηχανισμό της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA), ο οποίος είναι σημαντικά ακριβότερος.
Μεσοπρόθεσμο σχέδιο

Κεντρικό στόχο του μεσοπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού των τραπεζών αποτελεί η μείωση της εξάρτησης από το Ευρωσύστημα τα επόμενα 2 – 3 χρόνια σε βιώσιμα επίπεδα, δηλαδή κοντά στο 12% – 13% του ενεργητικού τους. Αυτό σημαίνει ότι ο δανεισμός από ΕΚΤ και ΤτΕ από τα 104 δισ. ευρώ θα πρέπει να υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 60% κοντά στα 40 δισ. ευρώ.
Σε πρώτη φάση θα επιδιωχθεί ο περιορισμός του ELA, ο οποίος ανέρχεται σήμερα σε 68 δισ. ευρώ. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την άνοδο των υπολοίπων των καταθέσεων, την απευθείας χρηματοδότηση από την ΕΚΤ και με κάποιες μικρές εκδόσεις repo. Εκτιμάται ότι το 2016 είναι εφικτή η μείωσή του κατά τουλάχιστον 15 δισ. ευρώ, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται μικρότερη ή μεγαλύτερη μεταβολή.
Μείωση εξόδων

Η ετήσια εξοικονόμηση τόκων μόνο από τη μεταφορά δανείων ύψους 10 δισ. ευρώ, που σήμερα λαμβάνονται από τον ELA, στον κεντρικό μηχανισμό της Φρανκφούρτης θα φτάσει τα 200 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον μείωση των εξόδων θα επιτευχθεί από περικοπές επιτοκίων στις καταθέσεις ιδιωτών και επιχειρήσεων και από την ανατροπή του μείγματος των υπολοίπων, η πλειονότητα των οποίων πλέον είναι τοποθετημένα στους φθηνότερους για τις τράπεζες λογαριασμούς πρώτης ζήτησης.

Η αναλογία ανοιχτών προϊόντων – προθεσμιακών καταθέσεων έχει πλέον διαμορφωθεί στο 60%-40% από 40%-60% το 2014.

Καλό β’ εξάμηνο

Το μεγάλο στοίχημα, σύμφωνα με έμπειρο τραπεζικό στέλεχος, είναι η επιστροφή των καταθέσεων και η επανασύνδεση με τη διατραπεζική αγορά. Εφόσον ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα ακολουθήσει η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας Δημοσίου και τραπεζών από τους οίκους αξιολόγησης, η οποία θα επιτρέψει μεταξύ άλλων και τη χαλάρωση των capital controls.
Η συνεπακόλουθη βελτίωση του οικονομικού κλίματος θα συμβάλει καθοριστικά στην προσπάθεια για την επαναφορά στο σύστημα των αποθησαυρισμένων μετρητών, αλλά και καταθέσεων που είναι «παρκαρισμένες» σε αμοιβαία κεφάλαια ξένων οίκων, κυρίως διαχείρισης διαθεσίμων. Οι προβλέψεις τραπεζών και αναλυτών κάνουν λόγο για μια αύξηση της καταθετικής βάσης κατά 5 – 10 δισ. ευρώ ως το τέλος του χρόνου, αν τα πράγματα κυλίσουν ομαλά.

«Οι εκτιμήσεις αυτές δεν βασίζονται τόσο σε επιστημονική ανάλυση δεδομένων, λόγω της αβεβαιότητας που υπάρχει σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο, αλλά στη βάση παραδοχών που εξαρτώνται από την εξέλιξη διαφόρων παραμέτρων, με κυριότερη την ταχύτητα βελτίωσης της ψυχολογίας» τονίζει αναλυτής χρηματιστηριακής εταιρείας που παρακολουθεί τον κλάδο.
Η πιστωτική επέκταση

Ο ίδιος υπογραμμίζει πως η επαναφορά της πιστωτικής μεταβολής ξανά σε θετικό έδαφος έπειτα από 8 χρόνια συνεχούς πτωτικής πορείας δεν μπορεί να γίνει από τη μία ημέρα στην άλλη. Το βασικό σενάριο προβλέπει τη συνέχιση της απομόχλευσης του ενεργητικού των τραπεζών (μείωση δανειακών υπολοίπων), τουλάχιστον ως το 2018.

«Μέχρι να επέλθει μια νέα ισορροπία στους χρηματοδοτικούς τους πόρους είναι δύσκολη η αύξηση της ρευστότητας που κυκλοφορεί στην πραγματική οικονομία μέσω των νέων χορηγήσεων» σημειώνει σχετικά. Επισημαίνεται ότι στον προηγούμενο κύκλο αναταραχής στην Ελλάδα, που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2012 λόγω της διπλής εκλογικής αναμέτρησης στα μέσα της ίδιας χρονιάς, για να μειωθεί η εξάρτηση από την ΕΚΤ στα 40 δισ. ευρώ και για να μηδενιστεί ο ELA, χρειάστηκαν πάνω από δύο χρόνια.

Ενδιαφέρον για επενδύσεις από μικρομεσαίους

Παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί στην ελληνική οικονομία από τις επαφές που έχουν τα στελέχη των τραπεζών με πελάτες στο δίκτυο των καταστημάτων τους, προκύπτει αυξημένο ενδιαφέρον για επιχειρηματικά «ανοίγματα» από μικρές εταιρείες και ελεύθερους επαγγελματίες.
Ωστόσο, σύμφωνα με τραπεζικό στέλεχος, μέχρι στιγμής οι επιχειρηματίες αυτοί τηρούν στάση αναμονής, περιμένοντας την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τους πιστωτές.

«Είναι ατυχία λόγω πολιτικών αστοχιών η χώρα να καταδικάζεται στην ύφεση και να κρατά μακριά επενδυτές, εγχώριους και ξένους, που σε άλλη περίπτωση θα είχαν ήδη τοποθετηθεί σε ελληνικές αξίες» επισημαίνει η ίδια πηγή.
Ανάλογο κλίμα είχε διαμορφωθεί στο β’ εξάμηνο του 2014, ως και την προκήρυξη και την εν συνεχεία ατέρμονη διαπραγμάτευση της νέας διακυβέρνησης, η οποία επανέφερε την οικονομία σε ύφεση. «Σπαταλήθηκε ήδη ενάμισης χρόνος και τώρα παλεύουμε να επανέλθουμε στο σημείο που βρισκόμασταν στις αρχές του 2014» τονίζει τραπεζική πηγή.
Και προσθέτει ότι μόλις τα πράγματα αρχίσουν να σταθεροποιούνται, θα ξεκινήσει σταδιακά η υλοποίηση των κυοφορούμενων επενδυτικών σχεδίων.
Κεφάλαια από το εξωτερικό είναι έτοιμα να τοποθετηθούν στην ελληνική αγορά, εφόσον διαφανεί ότι η κυβέρνηση θα πετύχει μια συμφωνία με τους δανειστές.
Σε μια τέτοια περίπτωση θα υπάρξουν σημαντικές εισροές σε τραπεζικές μετοχές, οδηγώντας τις τιμές τους κατά 40% – 50% υψηλότερα σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα.

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης

Exit mobile version