ΑΠΟΨΕΙΣ

Γ. Σεφέρης | «Προς τον Κύριο Φράνκλιν Α. Φορντ, 27/12/67» από το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας

Λίγο πριν την καμάρα που οδηγεί στο κάστρο, υπάρχει το οικόπεδο Κρέη. Κάτω ακριβώς από τα τείχη του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς η διεύθυνση του ΔΗΠΕΘΕ ανακάλυψε και αξιοποίησε έναν ακάλυπτο χώρο, όμοιο με μια αυλή χωμάτινη, όπου συναθροίζονταν οι χαρές και οι λύπες, οι ανάγκες  για εκτόνωση με  τα αυτοσχέδια γλέντια των κατοίκων των χρόνων  των στεναγμών οδύνης και των  αναστεναγμών ανακούφισης, την έχρισε θεατρική σκηνή και ,πέρα από τα στασίδια και την τάβλα της σκηνής, έμεινε και η αύρα της εποχής  που αναφέρεται ο ποιητής στο κείμενό του.     

Κριτκή Παύλου Λεμοντζή

Στον διαμορφωμένο χώρο, προχθές το βράδυ,  ο σκυθρωπός  ουρανός ανάγκασε τους συντελεστές της παράστασης να την ξεκινήσουν ακριβώς εννέα  κι ούτε λεπτό παραπάνω.

Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Θοδωρή Γκόνη :  η παράσταση ξεκινά με ένα όχι. Μια άρνηση. Ένα – όχι και τόσο γνωστό – γράμμα του Σεφέρη, απάντηση στον Κοσμήτορα της Σχολής Τεχνών κι Επιστημών του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Φράνκλιν Α. Φορντ, όπου αρνείται να αποδεχτεί έναν ετήσιο διορισμό ως καθηγητής της ποιήσεως της έδρας Charles Eliot Norton για το ακαδημαϊκό έτος 1969-1970 με μισθό 28.000 δολάρια. Ο Σεφέρης σπεύδει να δηλώσει με τη στάση του ότι δε θεωρεί την ποίηση μια «ιδιωτική υπόθεση» αλλά ακριβώς το αντίθετο. Μια «δημόσια υπόθεση».

Γνωρίζουμε ότι  ο Σμυρνιός  Γιώργος Σεφέρης (1900-1971)  είναι παγκόσμια γνωστός ως ένας μεγάλος ποιητής, βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. Η προσωπικότητά του χτίστηκε και από άλλα δύο βασικά χαρακτηριστικά του: ήταν αστός και επαγγελματίας διπλωμάτης.

Μελετώντας κανείς τη διαδρομή του διαπιστώνει πολύ εύκολα ότι έζησε μία άνετη ζωή, χωρίς στερήσεις. Μάλιστα είχε την τύχη κάθε φορά, την κατάλληλη στιγμή, να βρίσκεται μακριά από τον τόπο της καταστροφής. Ο Γ. Σεφέρης γεννήθηκε στη Σμύρνη μα η καταστροφή της το 1922 τον βρίσκει στο Παρίσι. Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-1941, υπηρετούσε ως υπάλληλος στην Αθήνα στις υπηρεσίες λογοκρισίας του Τύπου. Η είσοδος των Γερμανών στην Αθήνα (Απριλίους 1941) τον βρίσκει στην Κρήτη και όταν στις 20 του Μαΐου 1941 πέφτουν οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές στην Κρήτη και η μεγαλόνησος καταλαμβάνεται, ο Γ. Σεφέρης βρίσκεται ήδη μακριά, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Επιστρέφει στην Αθήνα στις 22 Οκτωβρίου 1944 δέκα μέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών.

Έχει σημασία αυτή η αναφορά για να κατανοήσει πλήρως ο θεατής την εργασία που επιχειρήθηκε να  παρουσιαστεί ως  έργο τέχνης, δηλαδή θεατρική παράσταση αφηγηματικού χαρακτήρα.

Στη δραματουργική επεξεργασία που προηγήθηκε, οι Θοδωρής Γκόνης και Ελένη Στρούλια, επικεντρώθηκαν   στις πολιτικές αναφορές και τα σχόλια που κάνει ο Γ. Σεφέρης από την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου μέχρι  και την επιβολή χούντας στη χώρα. Οι πηγές πάνω στις οποίες βασίστηκε η έρευνα, έχω την εντύπωση ότι είναι από  τα έργα που έγραψε τη συγκεκριμένη περίοδο, δηλαδή, το «Πολιτικό Ημερολόγιο Α΄1935-1944» που εκδόθηκε μετά το θάνατό του το 1979, οι «Μέρες –όλοι οι τόμοι» που εκδόθηκαν το 2007, το «Χειρόγραφο Σεπ. ΄41» που εκδόθηκε το 1972, το «Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄» που εκδόθηκε το 1971 και το «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β» που εκδόθηκε το 1944., αλλά και από το μεταγενέστερο υλικό, όπως το γράμμα –κορμό της παράστασης,  συμπεριλαμβανομένου και του υλικού συνέντευξής του στο B.B.C. από το οποίο ξεχωρίσαμε το απόσπασμα :

«πάει καιρός που πήρα την απόφαση να κρατηθώ έξω από τα πολιτικά του τόπου. Προσπάθησα άλλοτε να το εξηγήσω, αυτό δε σημαίνει διόλου πως μου είναι αδιάφορη η πολιτική ζωή μας.

Έτσι, από τα χρόνια εκείνα ως τώρα τελευταία έπαψα κατά κανόνα ν’ αγγίζω τέτοια θέματα. Εξ άλλου τα όσα δημοσίευσα ως τις αρχές του 1967, και η κατοπινή στάση μου (δεν έχω δημοσιεύει τίποτε στην Ελλάδα από τότε που φιμώθηκε η ελευθερία) έδειχναν, μου φαίνεται αρκετά καθαρά τη σκέψη μου.
Μολαταύτα, μήνες τώρα, αισθάνομαι μέσα μου και γύρω μου, ολοένα πιο επιτακτικά το χρέος να πω ένα λόγο για τη σημερινή κατάστασή μας. Με όλη τη δυνατή συντομία, να τι θα έλεγα: Κλείνουν δυο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς ολωσδιόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας, στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο.

Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι’ αυτές να καταποντιστούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά. Δε θα μου ήταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτοιες ζημιές δε λογαριάζουν παρά πολύ για ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς, δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτόν τον κίνδυνο.

Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις, η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μας βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.

Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος».

Η παράσταση ανήκει στο αφηγηματικό θέατρο όπου η ουσία παραμένει στο κείμενο και όχι στις εικόνες.  Ωστόσο, επιχειρήθηκαν κάποιες αναπαραστάσεις με σύμβολα και είδαμε τους ηθοποιούς άλλοτε σε μαθητικά θρανία ως εκπαιδευόμενοι νέοι  σε μαθήματα ιστορίας, άλλοτε σε έδρανα δημοσιογραφικά εκφωνώντας ως παρουσιαστές ειδήσεων γεγονότα και σχολιάζοντας την επικαιρότητα, όπως οι πανελίστες ανάλογων εκπομπών, άλλοτε  μέλη περιοδεύοντος θιάσου που διακωμωδούν, σατιρίζουν, παρουσιάζουν καίρια σημεία της μαύρης περιόδου της χούντας στην Ελλάδα κι άλλοτε ως  «στόμα»  του Σεφέρη. Το εύρημα με το ημερολόγιο έδωσε θεατρική πινελιά, όπως και η σκαλωσιά, μου έλειψε, όμως,  η μουσική. Θα την ήθελα πιο δυναμική συνιστώσα ,δρώσα συνδετικά ανάμεσα στις χρονολογίες, αλλά ,εν τέλει ,  πιστεύω  πως  απλώθηκε καταιγιστικά  ο φορμαλισμός, ο οποίος «ξετρέλανε» με τη βολική και εύκολη πρόσληψή του τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά μυαλά τα τελευταία χρόνια.

Η φύση του θεάτρου είναι η ανθρώπινη ψυχή και όχι η φόρμα. Ο θεατής σήμερα ψάχνει άλλου είδους αλήθειες, καθαρά ανθρώπινες και ανεπιτήδευτες. Η αυταπάτη του φορμαλισμού πρέπει να τελειώσει κάποια στιγμή. Το θέατρο, άλλωστε, δεν είναι κινητή τηλεφωνία για να λειτουργεί παντού με τον ίδιο τρόπο, κάθε έθνος έχει τους δικούς του ρυθμούς και το θέατρο είναι καθαρά εθνικό προϊόν. Τούτη η παράσταση ήταν μεν ιδιαίτερη, αλλά έμοιαζε να την έφερε κούριερ από την «ψυχρή» Ευρώπη.

Οι ηθοποιοί, ωστόσο,  ακολούθησαν πιστά τις οδηγίες του σκηνοθέτη και τους πρέπουν έπαινοι. Θα ξεχωρίσω τον απολαυστικό  Δημήτρη Κοντό , που κέρδισε τις εντυπώσεις.

Συντελεστές:

Δραματουργική επεξεργασία – Κείμενο παράστασης: Θοδωρής Γκόνης & Ελένη Στρούλια
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Γκόνης
Σκηνικά-κοστούμια: Ελένη Στρούλια
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Μουσική επιμέλεια: Αλέξανδρος Γκόνης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Συμεωνίδου

Παίζουν οι ηθοποιοί: Ναταλία Βασιλέκα, Δημήτρης Κοντός, Εύα Οικονόμου – Βαμβακά, Παύλος Σταυρόπουλος

Στην παράσταση συμμετέχει ο χορευτής Δημήτρης Σωτηρίου

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης

Exit mobile version