LIFESTYLE

Ποιός είναι τελικά ο Μιχάλης Κουϊνέλης;

της Αφροδίτης Γραμμέλη
Ζει μόνιμα στην Αλεξανδρούπολη. Ζει απλά, με τους φίλους του, γράφει μουσική και πηγαίνει βόλτες σε μέρη όπου δεν υπάρχουν κοσμικοί και φωτογράφοι, δεν πέρασε ούτε ακούμπησε το κύμα του νεοπλουτισμού. Ο Μιχάλης Κουϊνέλης των Stavento… συνεχίζει να περπατά πάνω στα ίδια χνάρια στα οποία βαδίζει από πιτσιρικάς.

Κι αν η τηλεόραση μπήκε στη ζωή του, με το σόου του ΑΝΤ1 “The Voice”, περισσότερο έκπληξη του προκαλεί παρά ενθουσιασμό. Με ρωτάει δειλά αν η συνέντευξή του θα δημοσιευθεί στο φύλλο της Κυριακής. Οταν του απαντώ καταφατικά, δεν μπορεί να συγκρατήσει την έκπληξή του: “Ποπό, μεγαλεία ο Μιχαλιός!” μου λέει γελώντας και ευχαριστεί, καταλήγοντας στο συμπέρασμα: “Μεγάλη η δύναμη της τηλεόρασης. Τόσα χρόνια δουλεύω στη μουσική, γράφω, ερμηνεύω και έρχεται ένα τηλεοπτικό σόου με δύο μόλις επεισόδια και ανοίγουν όλες οι πόρτες… Απίστευτο”.

Σε ποια κατηγορία ανήκει η μουσική σας;
“Είμαστε έξω από μουσικές ταμπέλες. Από τότε που πρωτοϊδρυθήκαμε ούτως ή άλλως είχαν χαθεί η φιλοσοφία και η κουλτούρα των μουσικών ειδών. Κάποτε το ροκ ήταν τρόπος ζωής, το πανκ ήταν η αντίδραση. Κάποια στιγμή όλα μεταλλάχθηκαν. Το χιπ-χοπ μπήκε σε μεγάλα σαλόνια, το ροκ μετακόμισε στις πίστες, το πανκ εξελίχθηκε σε γκραντζ. Ενιωσα και κατάλαβα ότι δεν υπάρχουν πια κατηγορίες. Αλλαξε η φιλοσοφία, όπως και ο τρόπος που γίνεται η μουσική, λόγω της τεχνολογίας μέσα από υπολογιστές. Δεν υπάρχει είδος μουσικής, όλοι υπηρετούμε πειραματισμούς. Γι’ αυτό και εμείς παντρεύουμε το χιπ-χοπ με πολλά είδη, από το παραδοσιακό μέχρι τα ρεμπέτικα και τα λαϊκά ακούσματα. Ο,τι περνούσε το έβαλα και έκανα έναν αχταρμά, αυτό που βγήκε τελικά. Αν θα κατέτασσα σε κάποιον τίτλο αυτό που κάνω, θα έλεγα πως είναι ποπ-χοπ ή χιπ-ποπ εξωστρεφές προς τον κόσμο”.
Γι’ αυτό στην πορεία σας έχετε συνεργαστεί με εκπροσώπους όλων των ειδών, από το έντεχνο ως το λεγόμενο ελαφρολαϊκό;
“Είναι το μέλλον της μουσικής οι συνεργασίες. Οταν εκλείψουν ο κομπλεξισμός που έχουν οι καλλιτέχνες και ο έντονος διαχωρισμός των ειδών που δεν αφήνει τους καλλιτέχνες να κάνουν κάτι άλλο γιατί θα πέσουν στα μάτια των φαν ή θα χαρακτηριστούν χαμηλού επιπέδου, τότε όλα θα είναι καλύτερα. Ολοι μουσική κάνουμε, ακόμη και οι άνθρωποι που ζωγραφίζουν στον τοίχο ή παίζουν στα σοκάκια τέχνη δημιουργούν, φτάνει να γίνεται με αγάπη και μεράκι. Τέχνη είναι τα πάντα”.
Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω. Δεν είναι όλα τα ίδια. Υπάρχουν και η καλή και η κακή τέχνη, όπως και η καλή και η κακή μουσική.
“Δεν διαφωνώ. Κακή τέχνη είναι αυτό που γίνεται επί της ουσίας για το κέρδος και όχι για την ουσία που είναι η μουσική. Ο,τι δεν έχει μέσα του ερασιτεχνισμό το θεωρώ κακή τέχνη”.
Αντισταθήκατε στις μεγάλες πίστες. Δεν αντέχετε το περιβάλλον με τα πανέρια από γαρίφαλα;
“Δεν έχω μπει σε τέτοιο μαγαζί, η μουσική μου δεν χωράει εκεί πέρα. Μπήκα κάποτε στο μαγαζί “Θάλασσα” με την Ελενα Παπαρίζου και ύστερα από έναν μήνα αναγκάστηκα να φύγω. Εχω αρνηθεί γιατί πιστεύω ότι δεν χωράει η μουσική μου σε τέτοιους χώρους. Δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Δεν το πάει η καρδιά μου. Αυτό το λέω δίχως να θέλω να θίξω αυτούς που διασκεδάζουν σε τέτοια μέρη. Δεν παίζω μουσική, αλλά μπορεί να πάω”.
Ο τίτλος του γκρουπ σας σημαίνει “Καταφύγιο”. Από τι θέλετε να γλιτώσετε;
“Αν έρθετε στην Αλεξανδρούπολη και σας κεράσω ένα κρασί να μιλήσουμε, θα καταλάβετε. Ολα ξεκίνησαν από ‘δώ. Δούλευα ως εικονολήπτης και το καταφύγιό μου ήταν να τελειώσω για να πάω στο στούντιο να αράξω”.
Και γιατί έχετε το παρατσούκλι “Μέθυσος”;
“Αυτό το έχουμε από παλιά, όταν είχα το γκρουπ “Βαβυλώνα”. Ημασταν όλοι με παρατσούκλια τότε, ήμασταν πιο χιπ-χοπ και αντεργκράουντ. Το συγκεκριμένο δεν σημαίνει κάτι και σίγουρα δεν είμαι μέθυσος”.
Δεν τραγουδάτε σε μεγάλα μαγαζιά, υπηρετείτε ένα δύσκολο είδος μουσικής, αλήθεια, ζείτε από τη δουλειά σας;
“Αυτό ήταν το μεγάλο δίλημμα που αντιμετώπιζα: αν από αυτό που κάνω θα έβγαζα χρήματα. Ο Θεός μου τα ‘φερε έτσι ώστε να τα καταφέρω. Δεν έχω επιλέξει μεγάλα σπίτια και ακριβά αυτοκίνητα, δεν τσίμπησα στο δόλωμα της μεγάλης ζωής και στα πολλά λεφτά, είμαι ολιγαρκής. Είμαι ακόμη λάτρης της ταβέρνας, απολαμβάνω να πίνω το τσιπουράκι μου. Δεν με νοιάζει να κάνω τρέλες με λεφτά. Η ζωή μου είναι όπως ακριβώς ζούσα όταν ήμουν εικονολήπτης. Το μόνο που ενδεχομένως άλλαξε λίγο είναι το ότι μπορώ να πιω ένα καλό μπουκάλι κρασί. Κατά τ’ άλλα, τίποτα παραπάνω”.
Τι είναι αυτό που θέλετε να περνάτε μέσα από τα τραγούδια σας;
“Οι άνθρωποι που ξεκινήσαμε, ο Βαγγέλης Γεωργαντζής και εγώ, αποτελούμε και τον πυρήνα και επιλέγουμε ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε άλμπουμ κάποιους ανθρώπους για να το στήσουμε. Αυτό που έχουμε κάθε χρόνο διαλύεται και ξαναχτίζεται. Η μουσική που κάνω είναι αυτό που νιώθω και αισθάνομαι, βγάζω όλα τα εσώψυχά μου”.
Δείχνετε αντισυμβατικός. Πώς δεχθήκατε να συμμετάσχετε σε ένα τηλεοπτικό σόου όπως το “The Voice”;
“Είδα το ξένο και είδα ότι δεν είχε καμία σχέση με τα άλλα τηλεοπτικά σόου. Εχω ακούσει πώς ήταν τα άλλα και όταν είδα το αντίστοιχο ξένο και άκουσα τις καλές φωνές, συμφώνησα. Μου ζητήθηκε να κάνω αυτό που επί της ουσίας κάνω και στη δουλειά μου. Δεν είμαι ο άνθρωπος της τηλεόρασης. Δεν ήξερα αν μπορώ να αντεπεξέλθω. Το φοβόμουν λίγο αλλά προσπαθώ να το διαχειριστώ”.
Και τώρα; Θα αντισταθείτε στη λαίλαπα της δημοσιότητας;
“Δεν πήγα ποτέ σε εκπομπές. Δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Δεν το κατηγορώ αλλά και δεν το σνομπάρω. Η σχέση μου με την τηλεόραση είναι συγκεκριμένη. Βλέπω μόνο μουσικά ντοκιμαντέρ, ταινίες και ειδήσεις, όχι όμως κάθε μέρα γιατί τρελαίνομαι. Ενημερώνομαι από το Διαδίκτυο”.

“Στην Ελλάδα τού σήμερα συμφωνώ με ένα τέτοιο σόου”
Πιστεύετε ότι σε μία χώρα όπως η δική μας θα μπορέσουν κάποια παιδιά να κάνουν καριέρα σε έναν χώρο όπως είναι αυτός του τραγουδιού; Ακούγεται δύσκολο.
“Τάλεντ σόου γίνονται πολλά κατά καιρούς, δεν ξέρω πόσοι έκαναν καριέρα είτε κέρδισαν είτε όχι. Το μόνο που ξέρω είναι ότι σε μια πληγωμένη Ελλάδα είναι καλό βήμα για να προχωρήσει κάποιος. Πριν από δέκα χρόνια δεν θα συμφωνούσα γιατί υπήρχαν πολλές εταιρείες με εργαζομένους, υπήρχαν λεφτά και μαγαζιά. Τώρα το ένα κλείνει μετά το άλλο, δεν δίνουν λεφτά σε νέους καλλιτέχνες. Στην Ελλάδα τού σήμερα συμφωνώ με ένα τέτοιο σόου. Τώρα βέβαια το πώς θα διαχειριστεί το κάθε παιδί τον εαυτό του είναι δική του απόφαση”.
Περιμένατε αυτή την αποδοχή από τον κόσμο και τον Τύπο;
“Δεν ξέρω από νούμερα, δεν ξέρω πότε πάει καλά ή δεν πάει καλά ένα πρόγραμμα. Δεν νομίζω ότι με αφορά αυτό. Δεν έχω χαμπάρι. Το μόνο που ξέρω είναι ότι έχω τα δικά μου άγχη να σταθώ εκεί. Να νιώθω καλά εκεί και κατ’ επέκταση να δικαιώσω όσους με επέλεξαν. Οταν αυτό είναι εντάξει και νούμερα να μην κάνει δεν με νοιάζει. Ξέρετε τι έχει σημασία για εμένα; Οτι ένα παιδί από μία επαρχιακή πόλη κατάφερε να απλώσει τη μουσική του σε όλη την Ελλάδα. Είναι τόσο ωραίο να έχεις πείσει νέα παιδιά ότι δεν είναι ανάγκη να είναι στην Αθήνα για να κάνουν μουσική. Στην Αλεξανδρούπολη υπάρχουν εξαιρετικές μπάντες, γίνονται καταπληκτικά πράγματα, πηγαίνουν παιδιά σε Ωδεία”.

πηγή: tovima.gr

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης

Exit mobile version