ΑΠΟΨΕΙΣ

«Λυσιστράτη» του Μιχαήλ Μαρμαρινού βασισμένη σε μια ιδέα του Αριστοφάνη

Περιέργως πώς, οι πύλες άνοιξαν νωρίς στην  πολυσυζητημένη παράσταση  που έφερε το Εθνικό Θέατρο  στο Φεστιβάλ Φιλίππων.

Οι «καλές» θέσεις πιάστηκαν εν ριπή οφθαλμού, ένεκα οι φήμες ότι « σου πετάει  τα μάτια έξω» αυτή η «Λυσιστράτη» κι ο μικρός πανικός ήταν αναπόφευκτος. Βολεύτηκα στο πλάι αριστερά, κακή επιλογή. Κάκιστη, θα έλεγα. Δεξιά και  πλάγια έπρεπε να καθίσω. Διότι από δεξιά έκαναν είσοδο οι  καλλίγραμμες  γυναίκες  των ελάχιστων ρούχων και καθόλου  εσωρούχων.

Κριτική Παύλου Λεμοντζή

Οι θεατές  σχολίασαν  το σκηνικό μια ολόκληρη ώρα, μέχρι να εμφανιστεί  το περίτεχνο και πολύχρωμο καπέλο που έφερε μια γυναικεία φιγούρα κατευθείαν από την belle epoque , κάθισε σε πιάνο με ουρά , ενώ ταυτόχρονα ένας άνδρας στήθηκε ακριβώς απέναντι  βλοσυρός, σιωπηλός  και με χιτώνα άσπρο, χιαστί στο θώρακα. Ήταν ένας ανώνυμος «αρμόδιος».  Το σκηνικό αποτελείτο από ένα πατάρι με διάφορα σύγχρονα αντικείμενα, ένα ψυγείο ηλεκτρικό ως σύμβολο κατάψυξης της ανδρικής υπερφίαλης συνάθροισης στην Πνύκα και πάνω του  φωταγωγημένος σουβενίρ-Παρθενώνας, ως σημάδι ευτέλειας του βράχου της Ακρόπολης, μετά την κατάληψή του από τις γυναίκες. Στην ορχήστρα ένα πρόχειρο  σκαμπό, κουβέρτες και στρώματα  δώθε-κείθε και στη μέση  ένας Κούρος σε στάση πολεμική.  Έχω δει και πιο «προχωρημένα» σκηνικά σε παραστάσεις αττικής κωμωδίας , ώστε δε μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση όλο αυτό που έβλεπα. Το ενδιαφέρον ήρθε όταν ο Θέμης Πάνου εμφανίστηκε, «κορόιδεψε» το άγαλμα, ύστερα το σήκωσε στα χέρια του και το έβγαλε έξω τρέχοντας, αποδομώντας το αρσενικό πρότυπο, θα λέγαμε την παντοδυναμία του άνδρα  στην εποχή και  δίνοντας ουσιαστικά «βήμα» στις γυναίκες.

Τη συνοδεία πιάνου έκανε εντυπωσιακή είσοδο ο χορός.  Ένα  σμάρι από καλλίπυγα θηλυκά απέσπασαν την προσοχή όλων  και μέχρι να συνέλθει το κοινό από το τολμηρό θέαμα, πρόλαβαν και πήραν θέση αυτά τα πλάσματα, που μας απασχόλησαν ποικιλότροπα για πάνω από δυο ώρες.

Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, ιδιαίτερος ή ιδιόρρυθμος ή ιδιότροπος ή ρηξικέλευθος ή ευφυής ή  «αιρετικός», πήρε το κλασσικό αντιπολεμικό κείμενο του Αριστοφάνη μεταφρασμένο από τον φιλόλογο Δημήτρη Δημητρτιάδη, έκοψε, έραψε, πέταξε, μπόλιασε λόγια κι έφτιαξε τη δική του πρόταση σε μια καινούργια «Λυσιστράτη», που ναι μεν μηχανεύτηκε κι εφάρμοσε  την αποχή από το σεξ για να φέρει ειρήνη μεταξύ Αθήνας-Σπάρτης, αλλά στην πραγματικότητα απέδειξε ότι το ασθενές φύλο είναι ο άνδρας. Σε καμιά περίπτωση-κατά την άποψή μου-  δε φάνηκε μισογύνης, αντίθετα από την αρχή έως το τέλος η γυναικεία υπεροχή ήταν περισσότερο από εμφανής. Σε όλα τα επίπεδα.

Καταρχάς, ανέδειξε το γυναικείο  κάλλος. Οι εξαίσιες  σιλουέτες  που ξεγύμνωσε- ανοχύρωτες μεν πανίσχυρες δε – ήσαν όλες εντυπωσιακές στο βαθμό που τις λάτρεψε ο Χέλμουτ Νιούτον. Ακόμα και η φιγούρα της δικής του  Κλεονίκης  μην ξεχνάμε ότι σαγήνευε  τον 20ο αιώνα τον Μποτέρο  και έως σήμερα  θέλγει σπουδαστές σχολής Καλών Τεχνών. Δεύτερον, άφησε μόνο γέροντες να αμπελοφιλοσοφούν άκαρπα για την ανδρική δύναμη κι «ευνούχισε» τον Πρόβουλο  αφαιρώντας του τη λαλιά και χαρίζοντάς την στην εξαιρετική Αγλαΐα Παππά. Τρίτο εύρημα, οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες ήσαν ωσεί παρόντες  στα δρώμενα , ενώ  ορφανά πλαστικά ομοιώματα πέους σε στύση,  συμβόλιζαν την υποτέλεια του αρσενικού στη δύναμη του θηλυκού. Δύναμη που την αντλεί  και από το «φαίνεσθαι»  και από το «είναι». Σάρκα και μυαλό πολύ πιο μπροστά από τα αντίστοιχα  των ανδρών.

Προχώρησε την αφαίρεση και σε καίρια σημεία του πρωτότυπου έργου του Αριστοφάνη. Έσβησε τα φώτα – δυστυχώς δεν κράτησε  την ποιητική ατμόσφαιρα που προσέφερε το εύρημα  –  και διημείφθησαν  στο σκοτάδι  όλα τα τερτίπια των γυναικών που αποπειράθηκαν να αθετήσουν όρκο, αφηγηματικά. Ακόμα, η σκηνή  ανάμεσα στον Κινησία και τη Μυρίνη αποδομήθηκε πλήρως , ίσως επειδή θεωρητικός στόχος της παράστασης ήταν να θέσει σε δεύτερο πλάνο το αριστοφανικό εύρημα της σεξουαλικής πείνας  και να φωτίσει την ακραία θεσμική κρίση της πόλης, όπως αυτή εκδηλώθηκε στον εμφύλιο Πελοποννησιακό πόλεμο.

Καινοτομίες  και απόψεις- ερμηνείες Μαρμαρινού, πολλές. Δεν άρεσαν οι περισσότερες. Η Λυσιστράτη παρουσιάστηκε αφόρητα υστερική  υπό το άλλοθι της καταγγελτικής διάθεσης, σε αρκετά σημεία. Καμία σχέση με την προσωπικότητα που συνηθίσαμε να βλέπουμε επί σειρά χρόνων. Όχι επιβλητική με τον δυναμισμό ,το αγέρωχο ύφος  ή το ήθος που χρίζει μια μορφή ηγετική  με γενική αποδοχή , αλλά μια υστερική γυναίκα, ενοχλητικά ηχηρή, ενίοτε «Κατινίζουσα»  ασύστολα , με γλώσσα αγοραία και στάση από αλάνι  ανένταχτο έως  αναρχικός θηλυκός  πυροκροτητής με γυμνά στήθη.

Παρά τις άκρατες βωμολοχίες, την υπερτόνισή τους, τη μεγάλη διάρκεια της παράστασης   και την ανατροπή στη ροή του μύθου, όπως:  οι διάλογοι και τα χορικά είχαν μοιραστεί στα πρωταγωνιστικά πρόσωπα και στο χορό, πολλές φορές εκφέρονταν σε τρίτο πρόσωπο  και άλλες φορές  εξελίσσονταν απλά  η συμβολική τους αναπαράσταση, οι αναίτιοι αστεϊσμοί σχολικής νοοτροπίας, η επανάληψη από όλον τον θίασο φράσεων δίκην διανοητικού καθυστερημένου ατόμου  ή  το άφαντο  βακχικό γλέντι  του τέλους που επισφραγίζει την ειρήνη ,  υπήρχαν και ενδιαφέρουσες σκηνές με τους σχηματισμούς των γυναικών σε όλο το εύρος της ορχήστρας, αναδεικνύοντας τη δύναμη της γυναικείας ομορφιάς και, κυρίως, υπήρχαν στη διανομή σπουδαία ονόματα. Εξαιρετικοί ηθοποιοί που ακολούθησαν πιστά τις οδηγίες του εκκεντρικού σκηνοθέτη , με προεξάρχουσα τη «Λυσιστράτη» της  ικανότατης Λένας  Κιτσοπούλου, ο οποίος  έχει παιχνιδάκι τη μέθοδο να κεντρίζει, να εξιτάρει το ενδιαφέρον συνεργατών, ώστε να εξασφαλίζει τη συμμετοχή τους στο κάθε του εγχείρημα.

Ωστόσο, η παράσταση άφησε αμφίσημες εντυπώσεις, οι διαρροές θεατών προς την έξοδο ήταν συνεχείς, ενώ  όσοι μείναμε έως το τέλος χειροκροτήσαμε τους πειθαρχημένους και σπουδαίους ηθοποιούς, που δέχτηκαν να εκτεθούν έτσι όπως ήθελε ο  Μιχαήλ Μαρμαρινός στη δική του «Λυσιστράτη».  

Συντελεστές:
Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός
Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός
Σκηνικά: Γιώργος Σαπουντζής
Κοστούμια: Μαγιού Τρικεριώτη
Φωτισμοί: Thomas Walgrave
Κίνηση: Χρήστος Παπαδόπουλος
Καλλιτεχνική Συνεργάτις: Έφη Θεοδώρου
Βοηθός σκηνοθέτη: Θεοδώρα Καπράλου
Διανομή (με αλφαβητική σειρά)
Γιάννης Βογιατζής , Αθηνά Δημητρακοπούλου Λένα Δροσάκη, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Άννα Κλάδη, Λένα Κιτσοπούλου, Σοφία Κόκκαλη, Ειρήνη Μαρκή,  Αθηνά Μαξίμου, Γιώργος Μπινιάρης, Ελένη Μπούκλη, Ηλέκτρα Νικολούζου Θέμης Πάνου, Αγλαΐα Παππά, Λένα Παπαληγούρα , Μαρίνα Σάττι, Μαρία Σκουλά, Έλενα Τοπαλίδου, Χάρης Τσιτσάκης Αιμίλιος Χειλάκης.
Πιάνο: Λενιώ Λιάτσου

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης

ΘΕΑΤΡΟ

«Λυσιστράτη» του Μιχαήλ Μαρμαρινού βασισμένη σε μια ιδέα του Αριστοφάνη

Περιέργως πώς, οι πύλες άνοιξαν νωρίς στην  πολυσυζητημένη παράσταση  που έφερε το Εθνικό Θέατρο  στο Φεστιβάλ Φιλίππων.

Οι «καλές» θέσεις πιάστηκαν εν ριπή οφθαλμού, ένεκα οι φήμες ότι « σου πετάει  τα μάτια έξω» αυτή η «Λυσιστράτη» κι ο μικρός πανικός ήταν αναπόφευκτος. Βολεύτηκα στο πλάι αριστερά, κακή επιλογή. Κάκιστη, θα έλεγα. Δεξιά και  πλάγια έπρεπε να καθίσω. Διότι από δεξιά έκαναν είσοδο οι  καλλίγραμμες  γυναίκες  των ελάχιστων ρούχων και καθόλου  εσωρούχων.

Κριτική Παύλου Λεμοντζή

Οι θεατές  σχολίασαν  το σκηνικό μια ολόκληρη ώρα, μέχρι να εμφανιστεί  το περίτεχνο και πολύχρωμο καπέλο που έφερε μια γυναικεία φιγούρα κατευθείαν από την belle epoque , κάθισε σε πιάνο με ουρά , ενώ ταυτόχρονα ένας άνδρας στήθηκε ακριβώς απέναντι  βλοσυρός, σιωπηλός  και με χιτώνα άσπρο, χιαστί στο θώρακα. Ήταν ένας ανώνυμος «αρμόδιος».  Το σκηνικό αποτελείτο από ένα πατάρι με διάφορα σύγχρονα αντικείμενα, ένα ψυγείο ηλεκτρικό ως σύμβολο κατάψυξης της ανδρικής υπερφίαλης συνάθροισης στην Πνύκα και πάνω του  φωταγωγημένος σουβενίρ-Παρθενώνας, ως σημάδι ευτέλειας του βράχου της Ακρόπολης, μετά την κατάληψή του από τις γυναίκες. Στην ορχήστρα ένα πρόχειρο  σκαμπό, κουβέρτες και στρώματα  δώθε-κείθε και στη μέση  ένας Κούρος σε στάση πολεμική.  Έχω δει και πιο «προχωρημένα» σκηνικά σε παραστάσεις αττικής κωμωδίας , ώστε δε μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση όλο αυτό που έβλεπα. Το ενδιαφέρον ήρθε όταν ο Θέμης Πάνου εμφανίστηκε, «κορόιδεψε» το άγαλμα, ύστερα το σήκωσε στα χέρια του και το έβγαλε έξω τρέχοντας, αποδομώντας το αρσενικό πρότυπο, θα λέγαμε την παντοδυναμία του άνδρα  στην εποχή και  δίνοντας ουσιαστικά «βήμα» στις γυναίκες.

Τη συνοδεία πιάνου έκανε εντυπωσιακή είσοδο ο χορός.  Ένα  σμάρι από καλλίπυγα θηλυκά απέσπασαν την προσοχή όλων  και μέχρι να συνέλθει το κοινό από το τολμηρό θέαμα, πρόλαβαν και πήραν θέση αυτά τα πλάσματα, που μας απασχόλησαν ποικιλότροπα για πάνω από δυο ώρες.

Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, ιδιαίτερος ή ιδιόρρυθμος ή ιδιότροπος ή ρηξικέλευθος ή ευφυής ή  «αιρετικός», πήρε το κλασσικό αντιπολεμικό κείμενο του Αριστοφάνη μεταφρασμένο από τον φιλόλογο Δημήτρη Δημητρτιάδη, έκοψε, έραψε, πέταξε, μπόλιασε λόγια κι έφτιαξε τη δική του πρόταση σε μια καινούργια «Λυσιστράτη», που ναι μεν μηχανεύτηκε κι εφάρμοσε  την αποχή από το σεξ για να φέρει ειρήνη μεταξύ Αθήνας-Σπάρτης, αλλά στην πραγματικότητα απέδειξε ότι το ασθενές φύλο είναι ο άνδρας. Σε καμιά περίπτωση-κατά την άποψή μου-  δε φάνηκε μισογύνης, αντίθετα από την αρχή έως το τέλος η γυναικεία υπεροχή ήταν περισσότερο από εμφανής. Σε όλα τα επίπεδα.

Καταρχάς, ανέδειξε το γυναικείο  κάλλος. Οι εξαίσιες  σιλουέτες  που ξεγύμνωσε- ανοχύρωτες μεν πανίσχυρες δε – ήσαν όλες εντυπωσιακές στο βαθμό που τις λάτρεψε ο Χέλμουτ Νιούτον. Ακόμα και η φιγούρα της δικής του  Κλεονίκης  μην ξεχνάμε ότι σαγήνευε  τον 20ο αιώνα τον Μποτέρο  και έως σήμερα  θέλγει σπουδαστές σχολής Καλών Τεχνών. Δεύτερον, άφησε μόνο γέροντες να αμπελοφιλοσοφούν άκαρπα για την ανδρική δύναμη κι «ευνούχισε» τον Πρόβουλο  αφαιρώντας του τη λαλιά και χαρίζοντάς την στην εξαιρετική Αγλαΐα Παππά. Τρίτο εύρημα, οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες ήσαν ωσεί παρόντες  στα δρώμενα , ενώ  ορφανά πλαστικά ομοιώματα πέους σε στύση,  συμβόλιζαν την υποτέλεια του αρσενικού στη δύναμη του θηλυκού. Δύναμη που την αντλεί  και από το «φαίνεσθαι»  και από το «είναι». Σάρκα και μυαλό πολύ πιο μπροστά από τα αντίστοιχα  των ανδρών.

Προχώρησε την αφαίρεση και σε καίρια σημεία του πρωτότυπου έργου του Αριστοφάνη. Έσβησε τα φώτα – δυστυχώς δεν κράτησε  την ποιητική ατμόσφαιρα που προσέφερε το εύρημα  –  και διημείφθησαν  στο σκοτάδι  όλα τα τερτίπια των γυναικών που αποπειράθηκαν να αθετήσουν όρκο, αφηγηματικά. Ακόμα, η σκηνή  ανάμεσα στον Κινησία και τη Μυρίνη αποδομήθηκε πλήρως , ίσως επειδή θεωρητικός στόχος της παράστασης ήταν να θέσει σε δεύτερο πλάνο το αριστοφανικό εύρημα της σεξουαλικής πείνας  και να φωτίσει την ακραία θεσμική κρίση της πόλης, όπως αυτή εκδηλώθηκε στον εμφύλιο Πελοποννησιακό πόλεμο.

Καινοτομίες  και απόψεις- ερμηνείες Μαρμαρινού, πολλές. Δεν άρεσαν οι περισσότερες. Η Λυσιστράτη παρουσιάστηκε αφόρητα υστερική  υπό το άλλοθι της καταγγελτικής διάθεσης, σε αρκετά σημεία. Καμία σχέση με την προσωπικότητα που συνηθίσαμε να βλέπουμε επί σειρά χρόνων. Όχι επιβλητική με τον δυναμισμό ,το αγέρωχο ύφος  ή το ήθος που χρίζει μια μορφή ηγετική  με γενική αποδοχή , αλλά μια υστερική γυναίκα, ενοχλητικά ηχηρή, ενίοτε «Κατινίζουσα»  ασύστολα , με γλώσσα αγοραία και στάση από αλάνι  ανένταχτο έως  αναρχικός θηλυκός  πυροκροτητής με γυμνά στήθη.

Παρά τις άκρατες βωμολοχίες, την υπερτόνισή τους, τη μεγάλη διάρκεια της παράστασης   και την ανατροπή στη ροή του μύθου, όπως:  οι διάλογοι και τα χορικά είχαν μοιραστεί στα πρωταγωνιστικά πρόσωπα και στο χορό, πολλές φορές εκφέρονταν σε τρίτο πρόσωπο  και άλλες φορές  εξελίσσονταν απλά  η συμβολική τους αναπαράσταση, οι αναίτιοι αστεϊσμοί σχολικής νοοτροπίας, η επανάληψη από όλον τον θίασο φράσεων δίκην διανοητικού καθυστερημένου ατόμου  ή  το άφαντο  βακχικό γλέντι  του τέλους που επισφραγίζει την ειρήνη ,  υπήρχαν και ενδιαφέρουσες σκηνές με τους σχηματισμούς των γυναικών σε όλο το εύρος της ορχήστρας, αναδεικνύοντας τη δύναμη της γυναικείας ομορφιάς και, κυρίως, υπήρχαν στη διανομή σπουδαία ονόματα. Εξαιρετικοί ηθοποιοί που ακολούθησαν πιστά τις οδηγίες του εκκεντρικού σκηνοθέτη , με προεξάρχουσα τη «Λυσιστράτη» της  ικανότατης Λένας  Κιτσοπούλου, ο οποίος  έχει παιχνιδάκι τη μέθοδο να κεντρίζει, να εξιτάρει το ενδιαφέρον συνεργατών, ώστε να εξασφαλίζει τη συμμετοχή τους στο κάθε του εγχείρημα.

Ωστόσο, η παράσταση άφησε αμφίσημες εντυπώσεις, οι διαρροές θεατών προς την έξοδο ήταν συνεχείς, ενώ  όσοι μείναμε έως το τέλος χειροκροτήσαμε τους πειθαρχημένους και σπουδαίους ηθοποιούς, που δέχτηκαν να εκτεθούν έτσι όπως ήθελε ο  Μιχαήλ Μαρμαρινός στη δική του «Λυσιστράτη».  

Συντελεστές:
Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός
Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός
Σκηνικά: Γιώργος Σαπουντζής
Κοστούμια: Μαγιού Τρικεριώτη
Φωτισμοί: Thomas Walgrave
Κίνηση: Χρήστος Παπαδόπουλος
Καλλιτεχνική Συνεργάτις: Έφη Θεοδώρου
Βοηθός σκηνοθέτη: Θεοδώρα Καπράλου
Διανομή (με αλφαβητική σειρά)
Γιάννης Βογιατζής , Αθηνά Δημητρακοπούλου Λένα Δροσάκη, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Άννα Κλάδη, Λένα Κιτσοπούλου, Σοφία Κόκκαλη, Ειρήνη Μαρκή,  Αθηνά Μαξίμου, Γιώργος Μπινιάρης, Ελένη Μπούκλη, Ηλέκτρα Νικολούζου Θέμης Πάνου, Αγλαΐα Παππά, Λένα Παπαληγούρα , Μαρίνα Σάττι, Μαρία Σκουλά, Έλενα Τοπαλίδου, Χάρης Τσιτσάκης Αιμίλιος Χειλάκης.
Πιάνο: Λενιώ Λιάτσου

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης

Exit mobile version