ΙΣΤΟΡΙΑ
Φεστιβάλ Φιλίππων: Η πολιτιστική ταυτότητα της Καβάλας

Γράφει ο Κώστας Παπακοσμάς
Οι μήνες Ιούλιος και Αύγουστος στην Καβάλα σημαίνουν ένα πράγμα: Φεστιβάλ Φιλίππων. Ένας θεσμός με μακρά ιστορία και βαθιές ρίζες, που από τις δεκαετίες του ’30 και του ’50 μέχρι και σήμερα παραμένει η κορυφαία πολιτιστική διοργάνωση της περιοχής — και μία από τις πιο σημαντικές σε όλη τη Μακεδονία και τη Θράκη.
Το εμβληματικό Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, χώρος αρχέγονης μνήμης και αισθητικής, έχει φιλοξενήσει αμέτρητες παραστάσεις αρχαίου δράματος, σύγχρονου θεάτρου, συναυλιών και πολλών ακόμα μορφών τέχνης. Η πρώτη προσπάθεια αναβίωσης θεατρικών παραστάσεων εκεί έγινε ήδη από το 1930, με αφορμή τον εορτασμό των 100 χρόνων του ελληνικού κράτους, όταν η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή έφερε στο φως μεγάλο μέρος του θεάτρου.
Από τους “Εορταί Φιλίππων – Θάσου” στο Φεστιβάλ Φιλίππων
Στο τέλος της δεκαετίας του ’50, προσωπικότητες όπως ο Χρήστος Λαλένης και ο Δημήτρης Λαζαρίδης, μέσα από τη Στέγη Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών, αποφάσισαν να δώσουν πνοή στον χώρο. Έτσι γεννήθηκαν οι “Εορταί Φιλίππων – Θάσου”, με τη στήριξη θιάσων από την Αθήνα και το καθοριστικό βάρος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ), που ανέλαβε να «τρέχει» το φεστιβάλ για πάνω από δύο δεκαετίες.
Η μεγάλη καμπή ήρθε το καλοκαίρι του 1984. Τότε, για πρώτη φορά, η διοργάνωση του Φεστιβάλ πέρασε στον Δήμο Καβάλας, χάρη στη δυναμική πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Λευτέρη Αθανασιάδη και της ομάδας του. Καθοριστικοί στην υλοποίηση αυτής της προσπάθειας ήταν οι δημοτικοί σύμβουλοι Νίκος Καραπιπερίδης και Ανδρέας Γράσος.
Με την υπογραφή της Μελίνας Μερκούρη
Η πολιτική στήριξη ήταν εξίσου σημαντική. Η Μελίνα Μερκούρη, τότε Υπουργός Πολιτισμού, αγκάλιασε το όραμα και βοήθησε το Φεστιβάλ να αποκτήσει την ταυτότητα που διατηρεί μέχρι και σήμερα: ένα πολιτιστικό γεγονός υψηλών προδιαγραφών, με διεθνή απήχηση.
Το Δημοτικό Θέατρο Καβάλας αποτέλεσε τον βασικό φορέα στήριξης και παραγωγής των πρώτων ανεξάρτητων φεστιβάλ. Από το 1993, τη σκυτάλη πήρε το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο (ΔΗΠΕΘΕ) Καβάλας, που μέχρι σήμερα φέρει την ευθύνη για τη διοργάνωση.
Ιστορικές αφίσες και μνήμες
Αναφορές σε εκείνα τα πρώτα χρόνια του «νέου» Φεστιβάλ σώζονται μέσα από πολύτιμα τεκμήρια, όπως οι αφίσες του 1984 — δίγλωσσες, στα ελληνικά και τα αγγλικά — σχεδιασμένες από την Έφη Χαλυβοπούλου και τυπωμένες στο τυπογραφείο του Θάνου Πολιτάκη. Η πρώτη παράσταση του Φεστιβάλ εκείνης της χρονιάς δόθηκε στις 14 Ιουλίου και η τελευταία στις 9 Σεπτεμβρίου.
Ένας θεσμός με διάρκεια και κύρος
Το Φεστιβάλ Φιλίππων είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια σειρά θεατρικών παραστάσεων. Είναι πολιτιστική παρακαταθήκη, μνήμη, και ταυτότητα. Έχει συνδέσει την Καβάλα με την ιστορική της κληρονομιά, με το αρχαίο δράμα, με τη δημιουργία και με τη φωνή των καλλιτεχνών όλης της χώρας.
Και όπως κάθε μεγάλη ιδέα, γεννήθηκε μέσα από πίστη, συνεργασία και μεράκι. Το Φεστιβάλ Φιλίππων δεν είναι μόνο ένα πολιτιστικό γεγονός. Είναι μια ζωντανή απόδειξη του τι μπορεί να πετύχει μια τοπική κοινωνία όταν πιστεύει στον πολιτισμό της.
ΑΠΟΨΕΙΣ
Καβάλα, 1950: Όταν έμπαινε ο θεμέλιος λίθος στον “Πυθαγόρα”

γράφει ο Κώστας Παπακοσμάς
Η 8η Ιουνίου 1950 αποτελεί σταθμό για την ιστορία της Καβάλας. Ήταν η ημέρα που τοποθετήθηκε ο θεμέλιος λίθος για τη δημιουργία της Τεχνικής Σχολής Μηχανικών «Ο Πυθαγόρας» στην οδό 7ης Μεραρχίας, στην περιοχή Φαλήρου. Ένα όνειρο δεκαετιών άρχιζε να γίνεται πραγματικότητα, χάρη στην επιμονή και το όραμα αξιόλογων Καβαλιωτών που δούλεψαν για ένα καλύτερο αύριο για τη νεολαία της πόλης.
Το ξεκίνημα της Σχολής
Η ίδρυση της σχολής ήταν καρπός κοινής προσπάθειας του Δήμου Καβάλας και του Επιμελητηρίου, σε μια δύσκολη μεταπολεμική περίοδο. Η λειτουργία της ξεκίνησε επισήμως τον Ιανουάριο του 1947, ενώ η διοικούσα επιτροπή περιλάμβανε εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής. Οι πρώτοι μαθητές φορούσαν στολές που ράφτηκαν στο κατάστημα Κριτσίλα και παρέλαυναν με υπερηφάνεια στις δημόσιες εκδηλώσεις.
Τα μαθήματα γίνονταν απογευματινές ώρες, αφού οι περισσότεροι φοιτητές εργάζονταν το πρωί σε τοπικά εργαστήρια και βιοτεχνίες. Ήταν μια σχολή με έμφαση στη χειρωνακτική τέχνη και την πρακτική κατάρτιση, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ανάπτυξη τεχνιτών και επαγγελματιών που άφησαν το αποτύπωμά τους στην πρόοδο της πόλης.
Μνήμες αποφοίτων και πολιτών
Η ανάρτηση μου για τη σχολή προκάλεσε έντονη συγκίνηση και πλήθος αναμνήσεων από παλιούς αποφοίτους και συμπολίτες:
-
Ο Γιάννης Τζατζάρης σχολίασε πως η σχολή πρέπει να επαναλειτουργήσει με το ίδιο αντικείμενο, λόγω έλλειψης τεχνιτών σήμερα. Συμφώνησα, επισημαίνοντας πως δυστυχώς η ελληνική κοινωνία απομάκρυνε τα παιδιά από τις τέχνες, τις οποίες πια υπηρετούν κυρίως μετανάστες.
-
Ο Νικόλαος Κουτσουρέλιας θυμήθηκε τη δική του φοίτηση από το 1969 ως το 1973.
-
Ο Γιώργος Χαρπαντίδης μετέφερε μια ενδιαφέρουσα ιστορία για τον βουλευτή του Σουηδικού Κοινοβουλίου, Νικόλαο Παπαδόπουλο, του οποίου ο πατέρας είχε πρωτοστατήσει στην ίδρυση της σχολής.
-
Ο Χαράλαμπος Τσουρουκίδης έθεσε ερώτημα για πιθανή σύνδεση του σημείου θεμελίωσης της σχολής με την αρχαία Εγνατία Οδό, μια υπόθεση που προκαλεί ιδιαίτερο αρχαιολογικό και ιστορικό ενδιαφέρον.
Παρακαταθήκη για το μέλλον
Η Τεχνική Σχολή “Ο Πυθαγόρας” δεν ήταν απλώς ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα. Ήταν ένα κύτταρο ανάπτυξης, τεχνικής κατάρτισης και δημιουργίας. Ήταν ένας φάρος γνώσης για τους νέους της Καβάλας, που τους εξόπλιζε με δεξιότητες και επαγγελματική αξιοπρέπεια.
Οι παλιές φωτογραφίες και οι μαρτυρίες των συμπολιτών μας, που με εμπιστεύονται τα πολύτιμα αυτά τεκμήρια της τοπικής μας ιστορίας, αξίζουν να εκτεθούν και να διατηρηθούν. Είναι η συλλογική μας μνήμη και οφείλουμε να τη μεταδώσουμε στις επόμενες γενιές.
Αυτός ο τόπος δικαιούται ένα μέλλον που θα τιμά την ιστορία του. Ένα μέλλον που δεν θα ξεχνά, αλλά θα εμπνέεται από το παρελθόν.
Η ανάρτηση αυτή είναι φόρος τιμής σε όλους εκείνους που συνέβαλαν στη δημιουργία και λειτουργία της Τεχνικής Σχολής Πυθαγόρας, αλλά και στους αποφοίτους της, που στήριξαν και στηρίζουν την τοπική κοινωνία με το έργο τους.
ΘΑΣΟΣ
Η Θάσος μέσα από τις εφημερίδες της δεκαετίας του ’80

Γράφει ο Κώστας Παπακοσμάς
Ένα μικρό αλλά πολύτιμο ταξίδι στον χρόνο και τη δημοσιογραφική ιστορία της Θάσου επιχειρούμε σήμερα, με αφορμή δύο σπάνια φύλλα εφημερίδων του νησιού από τη δεκαετία του 1980 – τη «ΘΑΣΟΣ» και την «ΠΑΝΘΑΣΙΑΚΗ».
Η εφημερίδα «ΘΑΣΟΣ» του Βασιλείου Κάρρου κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 1982, με τιμή 30 δραχμές και σε μηνιαία βάση. Εκτυπωνόταν στην Καβάλα, στο τυπογραφείο του Δ. Ματζιώρη, ενώ στην πρώτη της σελίδα ο εκδότης εξηγούσε γιατί το νησί χρειάζεται το δικό του δημοσιογραφικό βήμα.
Στο πρώτο φύλλο υπήρχαν σημαντικά αφιερώματα, όπως στον Θάσιο Σωτήριο Δούκα, τον άνθρωπο που τύπωσε το πρώτο ελληνικό βιβλίο στο Άγιο Όρος, στον Αύγουστο Θεολογίτη, Θάσιο βουλευτή και υπουργό, καθώς και άρθρα για τον θάνατο του πολιτικού Ηλία Ηλιού.
Η δεύτερη εφημερίδα, η «ΠΑΝΘΑΣΙΑΚΗ» του Β. Γιαννόπουλου, κυκλοφόρησε το 1984 και συνεχίστηκε σε μηνιαία βάση. Το φύλλο του Αυγούστου 1985 είναι ενδεικτικό της προσήλωσής της στα τοπικά ζητήματα και τους ανθρώπους της Θάσου, προσφέροντας μια αυθεντική ματιά στην καθημερινότητα και τις προκλήσεις της εποχής.
Τα συγκεκριμένα φύλλα, ως πολύτιμο αρχειακό υλικό, θα δωρηθούν στον Δήμο Θάσου, ώστε να διαφυλαχθούν και να αξιοποιηθούν ιστορικά.
Πρόκειται για κομμάτια της τοπικής ιστορίας που αποτυπώνουν όχι μόνο γεγονότα, αλλά και τον παλμό της κοινωνίας εκείνων των χρόνων.
ΙΣΤΟΡΙΑ
1454: Ο ασυνεπής όρκος των Ευρωπαίων σε έναν φασιανό (!) για την ανακατάληψη της Πόλης από τους Τούρκους..

Από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μέχρι και τον 20ό αιώνα, η Δύση, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ουδέποτε επιχείρησε ουσιαστικά να ανακαταλάβει την Πόλη. Παρά τα δακρύβρεχτα κηρύγματα, τους θεατρινισμούς και τις δήθεν σταυροφορίες, η χριστιανική Ευρώπη αδιαφόρησε όταν έπρεπε – και όταν μπορούσε.
Από τον Όρκο του Φασιανού στο τίποτα
Η πιο τραγελαφική απόπειρα υπήρξε το περιβόητο συμπόσιο του Δούκα Φίλιππου του Καλού στη Λιλ το 1454. Μέσα σε μουσικές, κρασιά και ζαχαρωτά, οι ιππότες του Τάγματος του Χρυσόμαλλου Δέρατος ορκίστηκαν σε έναν ψημένο φασιανό να απελευθερώσουν την Κωνσταντινούπολη. Την επόμενη μέρα, ωστόσο, είχαν ξεχάσει και τον φασιανό και τον όρκο, με τα αρωματικά πιπέρια να υπερισχύουν της μνήμης και του φιλότιμου.
Ο Πάπας Πίος Β’ λίγο αργότερα συγκάλεσε τη Σύνοδο της Μάντοβας ζητώντας σταυροφορία. Κανένας ηγεμόνας δεν ανταποκρίθηκε ουσιαστικά. Ακόμη κι ο πάπας, αμέσως μετά την Άλωση, αλληλογραφούσε με τον Μωάμεθ Β’ για να τον αναγνωρίσει ως «Αυτοκράτορα της Ανατολής».
Οι λόγοι της σιωπής και της απραξίας
-
Η αδιάλλακτη στάση της Ρώμης
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία θεωρούσε εχθρούς πρώτα τους Ορθοδόξους και μετά τους Μουσουλμάνους. Ο πάπας Νικόλαος Ε’ αρνήθηκε βοήθεια στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο διότι οι Έλληνες δεν δέχονταν την πλήρη υποταγή στη Ρώμη, παρά τη Σύνοδο της Φλωρεντίας. -
Η στρατηγική προτεραιότητα των Δυτικών
Οι Ευρωπαίοι αντιμετώπιζαν το Ισλάμ μόνον όταν εκείνο απειλούσε άμεσα τα σύνορά τους, όπως το 1683 στη Βιέννη. Το ζητούμενο δεν ήταν η απελευθέρωση της Πόλης, αλλά η προστασία της δικής τους ακεραιότητας. -
Ο φόβος για τη Ρωσία
Κατά τον 18ο και 19ο αιώνα, μόνον η Ρωσία έδειξε ενδιαφέρον να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Όμως οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις τη φρενάρισαν, ακόμη και με πόλεμο, όπως στον Κριμαϊκό Πόλεμο. Η προοπτική μιας ρωσικής Κωνσταντινούπολης τρόμαζε το Λονδίνο και το Παρίσι περισσότερο από την οθωμανική κυριαρχία. -
Η Εκστρατεία της Καλλίπολης – Το τελευταίο φιάσκο
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Σύμμαχοι προσπάθησαν να σπάσουν την οθωμανική κυριαρχία μέσω της Καλλίπολης. Ούτε τότε, όμως, το ζητούμενο ήταν η Πόλη. Η επιχείρηση απέτυχε παταγωδώς και γράφτηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα στρατιωτικά λάθη της εποχής.
Η Κωνσταντινούπολη ως πολιτικό όπλο και όχι ιερός τόπος
Η Δύση ουδέποτε αντιμετώπισε την Κωνσταντινούπολη ως χαμένη ιερή κληρονομιά, αλλά ως ένα ακόμα πιόνι στη γεωπολιτική της σκακιέρα. Η σιωπή της Δύσης και η απουσία πραγματικών προσπαθειών απελευθέρωσης δεν ήταν αδυναμία· ήταν επιλογή.
Όταν ο Μέγας Ναπολέων σχεδίαζε παγκόσμια κυριαρχία, η Κωνσταντινούπολη ήταν στο μυαλό του, αλλά ποτέ στην καρδιά του. Ούτε εκείνος ούτε κανείς άλλος προσπάθησε πραγματικά.
Από την Πόλη στον μύθο
Οι Ευρωπαίοι αποδέχτηκαν σιωπηρά την απώλεια της Πόλης. Άλλοι γιατί φοβήθηκαν, άλλοι γιατί είχαν πιο άμεσες ανάγκες, άλλοι γιατί τη θεώρησαν πια «ξένη». Κι έτσι, η Κωνσταντινούπολη, από Βασιλεύουσα, έγινε ένας συμβολικός τόπος, που απέκτησε αξία μονάχα μέσα στους μύθους και τις παραδόσεις των λαών που την είχαν χάσει.
Στο τέλος, η Δύση δεν ξέχασε την Πόλη. Την παράτησε. Με επίγνωση. Γιατί δεν τους ένοιαξε ποτέ αρκετά. Και οι «Όρκοι του Φασιανού» παρέμειναν απλώς ωραία τραπέζια, με καραμελωμένα καρύδια και ατιμασμένες υποσχέσεις.